Αποτέλεσε το αντίπαλον δέος του Ντιέγκο Μαραντόνα στην δεκαετία του '80. Ο Μισέλ Πλατινί ήταν δεκάρι "εγκεφαλικό", με ευφυΐα, με φαντασία, που "μιλούσε" της μπάλας, με τελειώματα μα πάνω απο όλα τις εκπληκτικές εκτελέσεις φάουλ.
Γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου του 1955 στο Ζουφ της Λωραίνης απο γονείς ιταλικής καταγωγής. Ο πατέρας του Άλντο έπαιξε επαγγελματικό ποδόσφαιρο και εν συνέχεια ανέλαβε την τεχνική διεύθυνση της AS Nancy και όπως ήταν φυσικό τα χνάρια του ακολούθησε και ο μικρός Μισέλ.
Αρχικά προσέλκυσε το ενδιαφέρον της Μετς σε ηλικία 16 ετών το 1971 αλλά εξαιτίας ενός τραυματισμού αρχικά και στην συνέχεια όταν ξαναδοκίμασε υποβλήθηκε σε ιατρικά τεστ όπου διαπιστώθηκε ότι είχε πρόβλημα με την καρδιά και η Μέτς οριστικά σταμάτησε οποιαδήποτε συζήτηση.
Το 1972 αποφασίζει να λάβει μέρος με την δεύτερη ομάδα της Νανσί με την οποία πραγματοποιεί εκπληκτικές εμφανίσεις με συνέπεια να προβιβαστεί και τον Μάιο του 1973 κόντρα στην Νίμ να κάνει το επαγγελματικό του ντεμπούτο.
Την περίοδο 1974-1975 με 17 γκολ θα ανεβάσει την Νανσί στην μεγάλη κατηγορία με την σπεσιαλιτέ του τις απευθείας εκτελέσεις φάουλ, ενώ στο Κύπελλο θα αποκλείσει την Σεντ Ετιέν με δύο δικά του γκολ.
Το 1978 θα κατακτήσει τον πρώτο του τίτλο το Κύπελλο Γαλλίας επικρατώντας στον τελικό της Νίς με 1-0 με δικό του γκολ. Τον Ιούνιο του 1979 θα αποφασίσει να φύγει ύστερα απο 213 παιχνίδια και 127 τέρματα με την Σεντ Ετιέν να επικρατεί των Ίντερ και Παρί Σεν Ζερμέν.
Με τους "νερατζούρι" είχε υπογράψει προσύμφωνο αλλά οι περιορισμοί που υπήρχαν στην Ιταλία με τον περιορισμό των ξένων ποδοσφαιριστών δεν ολοκληρώθηκε η μετακίνηση, ενώ ο ίδιος ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο τον παρακολούθησε δια ζώσης για να τον αγοράσει για λογαριασμό της Βαλένθια.
Με τους "νερατζούρι" είχε υπογράψει προσύμφωνο αλλά οι περιορισμοί που υπήρχαν στην Ιταλία με τον περιορισμό των ξένων ποδοσφαιριστών δεν ολοκληρώθηκε η μετακίνηση, ενώ ο ίδιος ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο τον παρακολούθησε δια ζώσης για να τον αγοράσει για λογαριασμό της Βαλένθια.
Στο "Ζοφρουά Γκισάρ" θα κατακτήσει το Πρωτάθλημα του 1981, θα παίξει σε δύο χαμένους τελικούς Κυπέλλου έχοντας συνολικά 145 παιχνίδια και 82 τέρματα. Οι εμφανίσεις του στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γαλλίας θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον της Γιουβέντους και θα τον κάνει δικό της το καλοκαίρι του 1982 αν και αγγλικοί σύλλογοι όπως η Άρσεναλ και η Τότεναμ ενδιαφέρθηκαν για την απόκτηση του.
Η φανέλα με το νούμερο 10 θα είναι δική του και παρότι το πρώτο διάστημα θα δυσκολευτεί στην συνέχεια θα κατακτήσει σχεδόν τα πάντα. 2 Πρωταθλήματα Ιταλίας το 1984 και το 1986, 1 Κύπελλο Ιταλίας το 1983, 1 Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1985 στον αιματοβαμμένο τελικό του Χέζειλ στις Βρυξέλλες κόντρα στην Λίβερπουλ, το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1984 κόντρα στην Πόρτο στην Βασιλεία.
Το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ το 1984 κόντρα στην Λίβερπουλ στο Τορίνο και το Διηπειρωτικό Κύπελλο του 1985 κόντρα στους Αρχεντίνος Τζούνιορς ενώ θα έχει και 1 χαμένο τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών στην Αθήνα κόντρα στο Αμβούργο φορώντας συνολικά την μαυρόασπρη φανέλα 222 φορές πετυχαίνοντας 103 γκολ .
Το βράδυ της 29ης Μαΐου του 1985 στο "Χέζιελ" κόντρα στην Λίβερπουλ θα μπορούσε να ήταν μία απο τις μεγαλύτερες στιγμές στην καριέρα του. Όμως ο τρόπος με τον οποίο το γκολ επιτεύχθηκε, πέναλντι που δεν ήταν αφού το μαρκάρισμα πάνω στον Μπόνιεκ έγινε εκτός περιοχής αλλά κυρίως ο πανηγυρισμός όταν είχαμε ήδη 39 νεκρούς και 600 τραυματίες προκάλεσε αλγεινή εντύπωση και δέχτηκε έντονη κριτική.
Ο ίδιος λίγες ημέρες αργότερα σε μια προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του ανέφερε ότι δεν γνώριζε ακριβώς το μέγεθος της τραγωδίας. Στις 27 Μαρτίου του 1976 θα φορέσει για πρώτη φορά την φανέλα της εθνικής Γαλλίας κόντρα στην Τσεχοσλοβακία στο Παρίσι σε φιλικό παιχνίδι όπου θα σκοράρει κιόλας.
Θα πάρει γεύση απο Παγκόσμιο Κύπελλο στην Αργεντινή το 1978 όπου θα παίξει σε τρία παιχνίδια κόντρα σε Ιταλία, Αργεντινή όπου θα σκοράρει και Αργεντινή. Τέσσερα χρόνια αργότερα στην Ισπανία θα είναι ο "εγκέφαλος" των "τρικολόρ " αφού θα έχει παρουσία στα πέντε παιχνίδια σκοράροντας απέναντι στο Κουβέιτ και στον ημιτελικό κόντρα στην Δυτική Γερμανία όπου θα καταλάβει την τρίτη θέση.
Δύο χρόνια αργότερα στο EURO 1984 είναι σε εξαιρετική κατάσταση και θα οδηγήσει την χώρα του στον πρώτο της μεγάλο τίτλο αυτό του Πρωταθλητή Ευρώπης. Θα σκοράρει σε όλα τα παιχνίδια της διοργάνωσης με εννιά τέρματα(3 κόντρα σε Βέλγιο και Γιουγκοσλαβία και απο ένα σε Δανία, Πορτογαλία και Ισπανία) και θα αναδειχθεί πρώτος σκόρερ, καλύτερος παίκτης και φυσικά στην καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνωσης.
Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 στο Μεξικό δεν ήταν στην καλύτερη φυσική κατάσταση αφού αντιμετώπιζε πρόβλημα στην βουβωνική χώρα την οποία την αντιμετώπιζε με ενέσεις. Παρόλα αυτά πέτυχε δύο γκολ σε έξι παιχνίδια κόντρα στην Ιταλία και την Βραζιλία όπου στην διαδικασία των πέναλντι έστειλε την μπάλα πάνω απο τα δοκάρια.
Για δεύτερη συνεχόμενη διοργάνωση η Γαλλία θα σταματήσει στο εμπόδιο της Δυτικής Γερμανίας και θα χάσει την ευκαιρία να διεκδικήσει τον Παγκόσμιο τίτλο. Στις 29 Απριλίου του 1987 στο Παρίσι κόντρα στην Ισλανδία για τα προκριματικά θα φορέσει για 72η και τελευταία φορά την φανέλα της εθνικής έχοντας πετύχει 41 τέρματα.
Το καλοκαίρι του 1987 μόλις σε ηλικία 32 ετών θα ανακοινώσει ότι αποχωρεί αφού λόγω των τραυματισμών που αντιμετώπιζε αισθανόταν ότι δεν τον γέμιζε πλέον αυτό που έκανε. Στις 27 Νοεμβρίου του 1988 σε φιλικό παιχνίδι του Κουβέιτ απέναντι στην Σοβιετική Ένωση θα κάνει μια εξαίρεση και θα αγωνιστεί για 21 λεπτά με την φανέλα της αραβικής χώρας.
Κατέκτησε την "Χρυσή Μπάλα" τρεις συνεχόμενες φορές το 1983, το 1984 και το 1985, αναδείχθηκε δύο φορές καλύτερος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής το 1984 και το 1985
Κατέκτησε την "Χρυσή Μπάλα" τρεις συνεχόμενες φορές το 1983, το 1984 και το 1985, αναδείχθηκε δύο φορές καλύτερος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής το 1984 και το 1985
Την 1η Νοεμβρίου του 1988 θα αναλάβει την τεχνική ηγεσία της Γαλλίας στην θέση του Ανρί Μισέλ και θα καταφέρει να πάρει την πρόκριση για το EURO του 1992 της Σουηδίας όπου εκεί όμως θα αποκλειστεί απο την πρώτη φάση. Σε 29 παιχνίδια θα έχει απολογισμό 16 νίκες, 8 ισοπαλίες και 5 ήττες.
Το 1998 θα αναλάβει πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Παγκοσμίου Κυπέλλου, απο το 1998 έως το 2000 ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Τεχνικής Ανάπτυξης της UEFA, ενώ απο το 2002 ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Εκτελεστικής Επιτροπής της FIFA και της Εκτελεστικής Επιτροπής της UEFA.
Σιγά-σιγά άρχιζε να ανεβαίνει τις βαθμίδες τόσο στην UEFA όσο και στην FIFA, έγινε αντιπρόεδρος της γαλλικής ομοσπονδίας το 2006 και τον Ιανουάριο του 2007 εκλέχτηκε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας νικώντας τον απερχόμενο πρόεδρο Λέναρντ Γιόχανσον.
Τον Ιούνιο του 2015 ο Μπλάτερ ανακοίνωσε την πρόθεση του να μην ξαναβάλει υποψηφιότητα για την προεδρία της FIFA. O Πλατινί ύστερα απο δύο θητείες στην προεδρία της UEFA αρχικά δηλώνει την πρόθεση να ασχοληθεί με τα κοινά αλλά τον Ιανουάριο του 2016 αποσύρεται.
Όμως ξεσπάει το σκάνδαλο της διαφθοράς στους κόλπους της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας με την ελβετική δικαιοσύνη να διερευνά το ποσό των 1,8 εκατομμυρίου ευρών που πρόσφερε ο Μπλάτερ στον Πλατινί.
Τον Οκτώβριο του 2015 του επιβάλλεται απαγόρευση ενασχόλησης με το ποδόσφαιρο 90 ημερών, στις 21 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους η Επιτροπή Ηθικής της FIFA έκρινε ενόχους Μπλάτερ και Πλατινί και τους απαγόρευσε την ενασχόληση με το ποδόσφαιρο για οκτώ χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2016 η ποινή όμως μειώθηκε στα έξι χρόνια.
Τον Ιούνιο του 2019 συνελήφθη απο τις γαλλικές αρχές στο προάστιο Ναντέρ του Παρισιού αντιμετωπίζοντας κατηγορίες διαφθοράς όσον αφορά τον τρόπο κατανομής των δικαιωμάτων για την διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022, καταθέτοντας για 15 ώρες και στην συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος.
Τον Ιούνιο του 2019 συνελήφθη απο τις γαλλικές αρχές στο προάστιο Ναντέρ του Παρισιού αντιμετωπίζοντας κατηγορίες διαφθοράς όσον αφορά τον τρόπο κατανομής των δικαιωμάτων για την διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022, καταθέτοντας για 15 ώρες και στην συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος.