www.goahits.blogspot.com

Διεθνές ποδόσφαιρο όπως δεν έχετε ξαναδιαβάσει!

15/6/20

Μίκαελ Λάουντρουπ Ο "πρίγκιπας της Δανίας"


Απο πολλούς θεωρείται ως ο κορυφαίος Σκανδιναβός ποδοσφαιριστής πάνω ακόμα και απο τον Ζλάταν Ιμπραίμοβιτς. Ο Μίκαελ Λάουντρουπ διέθετε εξαιρετική τεχνική κατάρτιση, ευκολία στο γκολ και απίστευτη διορατικότητα που του επέτρεπε να μοιράζει ασίστ για τους συμπαίκτες του, ενώ αν και αγωνίστηκε τόσο στην Μπαρτσελόνα όσο και στην Ρεάλ Μαδρίτης αγαπήθηκε απο τους οπαδούς και των δύο ομάδων.



Γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου του 1964 στο Φρεντέρικσμπεργκ περιοχή της Κοπεγχάγης και επηρεασμένος απο τον πατέρα του που έπαιζε και αυτός ποδόσφαιρο, έκανε τα πρώτα του βήματα στην Βανλόζε.

Σε ηλικία 9 ετών ο πατέρας του πήρε μετεγγραφή στην Μπρόντμπι, όπου μαζί με τον αδερφό του Μπρίαν εντάχθηκε στις ακαδημίες της ομάδας. Το 1976 ακολούθησε τον πατέρα του στην KB εν αντιθέσει με τον αδερφό του Μπρίαν που παρέμεινε στην Μπρόντμπι.

Στην Kjøbenhavns Boldklub σε ηλικία 17 ετών θα πραγματοποιήσει το ντεμπούτο του σε μεγάλη κατηγορία και θα αγωνιστεί σε 14 παιχνίδια πετυχαίνοντας και τρία τέρματα. Το 1982 επέστρεψε στην Μπρόντμπι όπου θα κερδίσει το βραβείο του καλύτερου Δανού της χρονιάς ενώ θα καταλάβει την τρίτη θέση στον πίνακα των σκόρερ.

Οι εμφανίσεις του θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον της Γιουβέντους η οποία τον Ιούνιο του 1983 θα τον αγοράσει και έτσι ύστερα απο 34 παιχνίδια και 23 γκολ θα φύγει για την Ιταλία. Ήταν το μεγαλύτερο ποσό που είχε δοθεί για Δανό ποδοσφαιριστή με τους Τορινέζους να δίνουν 1 εκατομμύριο δολλάρια.

Εκείνη την περίοδο ήταν κοντά στο να υπογράψει στην Λίβερπουλ, όμως δεν τα βρήκαν στην διάρκεια του συμβολαίου, ο Μίακελ ήθελε τριετές, οι Άγγλοι τετραετές και η συμφωνία δεν προχώρησε.

Ο περιορισμός ξένων που υπήρχε στο ιταλικό Πρωτάθλημα ανάγκασε την Γιουβέντους να τον στείλει δανεικό στην Λάτσιο, κάτι βέβαια που ο ίδιος δεν το γνώριζε πριν υπογράψει. Στην Ρώμη θα παραμείνει δύο χρόνια έχοντας 70 παιχνίδια και 12 γκολ.

Το καλοκαίρι του 1985 επέστρεψε στο Ντελε Άλπι αλλά την πρώτη χρονιά αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα, ενώ μετά την φυγή του Πλατινί το 1987 δεν μπόρεσε να τον αντικαταστήσει στον ηγετικό ρόλο που όλοι ήλπιζαν ότι θα μπορούσε να αποδώσει.

152 παιχνίδια και 36 γκολ,  1 Πρωτάθλημα Ιταλίας το 1986 και το Διηπειρωτικό του 1985 ο απολογισμός του την τετραετία που έκατσε στην Βόρεια Ιταλία. Επιζητώντας νέες εμπειρίες και προκλήσεις θα αποδεχτεί την πρόταση της Μπαρτσελόνα και θα δικαιωθεί.

Θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ομάδα που δημιούργησε ο Γιόχαν Κρόιφ κατακτώντας μέχρι το 1994 4 Πρωταθλήματα το 1991, το 1992, το 1993, το 1994, 1 Κύπελλο το 1990, 2 Ισπανικά Σούπερ Καπ το 1991 και το 1992, το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1992 κόντρα στην Σαμπντόρια στο "Γουέμπλει"   και το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ του 1992 επίσης απέναντι στην Βέρντερ Βρέμης.

Η απόκτηση του Ρομάριο το 1993 απο την Αιντχόφεν ανέβασε τον αριθμό των ξένων στους 4 απο τους οποίους οι τρεις είχαν δικαίωμα να αγωνιστούν βάσει κανονισμών. Εκεί επήρθε η ρήξη με τον Κρόιφ που έφερε σαν αποτέλεσμα να μείνει εκτός του τελικού της Αθήνας το 1994 κόντρα στην Μίλαν.

Ύστερα απο 217 παιχνίδια και 55 τέρματα, αποφάσισε να φύγει και τότε ήρθε η Ρεάλ για να τον κάνει δικό της σε μια κίνηση που προκάλεσε αίσθηση. Λέγεται ότι ο Πεπ Γκουαρδιόλα έβαλε τα κλάματα όταν έμαθε ότι θα φύγει προσπαθώντας να τον μεταπείσει.

Βέβαια ο ίδιος έλεγε ότι δεν ήταν θέμα εκδίκησης η μετακίνηση του στους "μπλάνκος" αλλα η επιθυμία του να παραμείνει στην Ισπανία. Θα κάτσει δύο χρόνια με 76 παιχνίδια και 15 τέρματα, θα κατακτήσει το Πρωτάθλημα το 1995 και θα βοηθήσει πάρα πολύ τον Ζαμοράνο να βγει πρώτος σκόρερ, ενώ το 2002 σε ψηφοφορία οι οπαδοί της Ρεάλ τον κατέταταξαν στην 12η θέση στην λίστα με τους καλύτερους παίκτες του συλλόγου.

Βίσελ Κόμπε στην Ιαπωνία την χρονιά 1996-1997 με 24 παιχνίδια και 8 τέρματα, Άγιαξ για μία χρονιά 1997-1998 όπου κατέκτησε το ντάμπλ στην Ολλανδία με 30 συμμετοχές και 13 γκολ όπου και θα κλείσει την καριέρα του.

Με το εθνόσημο θα κάνει ντεμπούτο στις 15 Ιουνίου του 1982 στο Όσλο κόντρα στην Νορβηγία. Θα πάρει μέρος στο EURO του 1984 στα γήπεδα της Γαλλίας, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 στο Μεξικό, στο EURO του 1988 στην Δυτική Γερμανία και στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γαλλίας το 1998.

Τον Νοέμβριο του 1990 θα έρθει σε κόντρα με τον Ρίτσαρντ Μέλερ Νίλσεν και μαζί με τον αδερφό του κι τον Γιαν Μέλμπι θα αποσυρθεί απο την εθνική. Έτσι θα χάσει την ευκαιρία να στεφθεί Πρωταθλητής Ευρώπης το 1992 στην Σουηδία, εκεί όπου αν και είχε αποκλειστεί στα προκριματικά πήρε την θέση της Γιουγκοσλαβίας λόγω του πολέμου που μαινόταν, θα κατακτήσει τον τίτλο.

Θα επιστρέψει τον Αύγουστο του 1993, θα κατακτήσει το Συνομοσπονδιών το 1995 επικρατώντας στον τελικό της Αργεντινής με 2-0 όπου θα σκοράρει με πέναλντι. Στις 24 Ιουνίου του 1998 η ήττα απο την Γαλλία στην φάση των ομίλων θα αποτελέσει το "κύκνειο άσμα", φτάνοντας τις 104 συμμετοχές πέμπτος στην σχετική λίστα και με 37 γκολ που τον φέρνει στην 6η θέση της λίστας.

Αφού κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά παπούτσια θα ξεκινήσει καριέρα προπονητή ξεκινώντας ως βοηθός του Μόρτεν Όλσεν στην εθνική ομάδα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 στα γήπεδα της Ιαπωνίας και της Νοτίου Κορέας.

Σε συλλογικό επίπεδο θα κάνει ντεμπούτο με την Μπρόντμπι στην οποία μέχρι το 2006 θα κατακτήσει  το Πρωτάθλημα του 2005, 2 Κύπελλα το 2003 και το 2005 και το Σούπερ Καπ του 2002. Το 2007 η διοίκηση ερχόμενος σε συνεννόηση με τον ίδιο για να τον τιμήσει ονόμασε μια αίθουσα με το όνομα του κάτι που το αποδέχτηκε.

Χετάφε την περίοδο 2007-2008 με την οποία θα φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου αλλά θα ηττηθεί απο την Βαλένθια, Σπαρτάκ Μόσχας μέχρι τον Απρίλιο του 2009, Μαγιόρκα απο τον Ιούλιο του 2010 έως τον Σεπτέμβριο του 2011 οι επόμενοι σταθμοί του.

Τον Ιούνιο του 2012 θα γίνει ο πρώτος Δανός προπονητής στην Πρέμιερ για λογαριασμό της Σουόνσι. Θα κατακτήσει το Λιγκ Καπ απέναντι στην Μπράντφορντ το 2013, αλλά τον Φεβρουάριο του 2014 θα απολυθεί λόγω των κακών αποτελεσμάτων.

Επόμενη χώρα στην οποία θα καταλήξει είναι το Κατάρ πρώτα με την Λεκβίγια απο τον Ιούνιο του 2014 όπου θα κατακτήσει το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο και στην συνέχεια με την Άλ Ραγιάν απο τον Οκτώβριο του 2016 έως τον Ιούλιο του 2018

Το 1999, ψηφίστηκε ως ο καλύτερος ξένος παίκτης στο ισπανικό ποδόσφαιρο για τα προηγούμενα 25 χρόνια . Τον Νοέμβριο του 2006 ψηφίστηκε ως ο καλύτερος Δανός ποδοσφαιριστής όλων των εποχών από τη Δανέζικη Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου. Τον Απρίλιο του 2013 σε ψηφοφορία της Marca θα είναι μέλος της καλύτερη 11άδα ξένων που φόρεσαν στην ιστορία της Ρεάλ Μαδρίτης.

Τον Απρίλιο του 2000 χρίστηκε Ιππότης του Τάγματος του Ντάνεμποργκ. Σε μια συνέντευξη του, το 2006, ο συμπαίκτης του στη Ρεάλ Μαδρίτης Ραούλ τον ονόμασε ως τον καλύτερο παίκτη που έπαιξε ποτέ, ενώ και ο συμπαίκτης του στη Μπαρτσελόνα, Ρομάριο ενώ τον ονόμασε ως τον 5ο Καλύτερο Παίκτη στην ιστορία του παιχνιδιού (πίσω από τον Πελέ, τον Ντιέγκο Μαραντόνα, τον εαυτό του και τον Ζινεντίν Ζιντάν.








Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...