Το προσωνύμιο του ήταν «Tante Käthe» μιας και το γεμάτο μπούκλες μαλλί του έμοιαζε με αυτό της γιαγιάς του. Όμως ο Ρούντι Φέλερ ήταν ένας απο τους πιο αποτελεσματικούς επιθετικούς της γενιάς του, με πλούσια καριέρα και εκτός Γερμανίας.
Γεννήθηκε στις 13 Απριλίου του 1960 στην πόλη Χάναου και ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην ομάδα της πόλης του την TSV 1860 Hanau, ομάδα στην οποία έπαιξε και ο πατέρας του και στην συνέχεια ανέλαβε διοικητικό πόστο. Σε ηλικία 16 ετών τον εντόπισε ο σκάουτερ Χέρμαν Νούμπερ για λογαριασμό των Κίκερς Όφενμπαχ με τους οποίους υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο πριν την έναρξη της περιόδου 1977-1978.
Πριν όμως απο την υπογραφή του συμβολαίου του και ύστερα απο απαίτηση της μητέρας του εργάστηκε ως υπάλληλος στα γραφεία των Κίκερς, ενώ θα εργαστεί και στην εταιρία κατασκευής ανταλλακτικών αυτοκινήτου Loehr & Bromkamp GmbH (LÖBRO).
Συνολικά είχε 78 συμμετοχές και 21 γκόλ και η καλή του παρουσία ώθησε τους υπευθύνους της Μόναχο 1860 να δαπανήσουν το ποσό των 700.000 γερμανικών μάρκων και να τον κάνουν δικό τους. Στα δύο χρόνια που παρέμεινε στο Μόναχο την περίοδο 1980-1981 στην Μπουντεσλίγκα και την περίοδο 1981-1982 στην Β' κατηγορία είχε σε 73 παιχνίδια 48 τέρματα.
Για ένα πόντο τα "λιοντάρια" δεν προβιβάστηκαν, τα οικονομικά προβλήματα ήταν τόσα πολλά που δεν πήραν άδεια για να αγωνιστούν στην Τσβάιτελίγκα, αντιθέτως υποβιβάστηκαν στα τοπικά πρωταθλήματα.
Μετά απο αυτή την εξέλιξη η Βέρντερ βρήκε την ευκαιρία και τον ενέταξε στο δυναμικό της βλέποντας στο πρόσωπο του τον αντικαταστάτη του Έρβιν Κοστέντε στην επίθεση. Στην πρώτη του σεζόν αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του Πρωταθλήματος με 23 τέρματα και καλύτερος ποδοσφαιριστής της χρονιάς, με τους "πράσινους" να χάνουν το Πρωτάθλημα στην ισοβαθμία απο το Αμβούργο.
Τις σεζόν 1984-1985 και 1985-1986 η Βέρντερ τερμάτισε στην δεύτερη θέση πίσω απο την Μπάγερν και το καλοκαίρι του 1987 μετά απο 174 παιχνίδια και 119 γκολ θα αποχωρήσει και θα μετακομίσει στην Ιταλία για λογαριασμό της Ρόμα.
Με τους "τζιαλορόσι" θα κατακτήσει το Κύπελλο Ιταλίας κόντρα στην Σαμπντόρια την περίοδο 1990-1991, ενώ την ίδια περίοδο ήταν φιναλίστ του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ κόντρα στην Ίντερ. Στα πέντε χρόνια που έμεινε στην "αιώνια" πόλη είχε σε 198 παιχνίδια και πέτυχε 68 γκολ.
Επόμενος σταθμός η Γαλλία και η Ολιμπίκ Μαρσέιγ με την οποία κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών κόντρα στην Μίλαν στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου. Όμως το σκάνδαλο δωροδοκίας που ξέσπασε στο περίφημο παιχνίδι με την Βαλανσιέν έφερε τον υποβιβασμό και μετά απο 73 παιχνίδια και 28 γκολ επέστρεψε στην Γερμανία.
Θα κλείσει την καριέρα του στην Μπάγερ Λεβερκούζεν(1994-1995 και 1995-1996) όπου θα πάρει μέρος σε 75 παιχνίδια πετυχαίνοντας 31 τέρματα. Στις 17 Νοεμβρίου του 1982 στο Μπέλφαστ κόντρα στην Βόρεια Ιρλανδία για τα Προκριματικά του EURO 1984 θα κάνει ντεμπούτο με την εθνική ομάδα.
Στα γήπεδα της Γαλλίας θα βρίσκεται στην αποστολή, θα παίξει και στα τρία παιχνίδια χωρίς όμως να μπορέσει να βοηθήσει να πάρει την πρόκριση. Για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 θα είναι αμφίβολος αφού λόγω τραυματισμού θα χάσει όλο τον δεύτερο γύρο και θα επανέρθει μόλις την τελευταία αγωνιστική της σεζόν.
Θα συμπεριληφθεί στα πλάνα του Φράντς Μπεκενμπάουερ, θα παίξει σε έξι παιχνίδια και θα πετύχει γκολ απέναντι στην Σκωτία, στον ημιτελικό με την Γαλλία και στον τελικό κόντρα στην Αργεντινή ισοφαρίζοντας σε 2-2 αλλά η Δυτική Γερμανία θα ηττηθεί τελικά με 3-2.
Θα συμπεριληφθεί στα πλάνα του Φράντς Μπεκενμπάουερ, θα παίξει σε έξι παιχνίδια και θα πετύχει γκολ απέναντι στην Σκωτία, στον ημιτελικό με την Γαλλία και στον τελικό κόντρα στην Αργεντινή ισοφαρίζοντας σε 2-2 αλλά η Δυτική Γερμανία θα ηττηθεί τελικά με 3-2.
Στο EURO 1988 στην Γερμανία θα παίξει σε τέσσερα παιχνίδια και θα πετύχει 2 γκολ κόντρα στην Ισπανία, με την "νάτσιοναλ μάντσαφτ" να μένει εκτός τελικού απο την Ολλανδία. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 στην Ιταλία θα αναδειχθεί Παγκόσμιος Πρωταθλητής παίζοντας και στα έξι παιχνίδια και θα πετύχει 3 γκολ, 1 κόντρα στην Γιουγκοσλαβία και 2 κόντρα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Στο παιχνίδι με την Ολλανδία για τα προημιτελικά o Ράικαρντ θα πάρει κίτρινη κάρτα για μαρκάρισμα πάνω στον Φέλερ. Στην συνέχεια χωρίς να τον βλέπει κανείς ο Ολλανδός θα τον φτύσει στα μαλλιά και διαμαρτυρόμενος θα δεχτεί και αυτός κίτρινη κάρτα.
Στην εξέλιξη της φάσης ο Φαν Μπρόκελεν βγαίνει έγκαιρα και μπλοκάρει την μπάλα, πριν ο Φέλερ προλάβει να παρεμβληθεί. Στην συνέχεια Φαν Μπρόκελεν και Ράικαρντ έπεσαν πάνω απο τον πεσμένο Φέλερ και ο Ράικαρντ τον έπιασε απο τα μαλλιά, με τον διαιτητή εν τέλει να τους αποβάλλει και τους δύο.
Στο EURO του 1992 θα αγωνιστεί μόνο σε ένα παιχνίδι κόντρα στην Κοινοπολιτεία στην πρεμιέρα αφού λόγω του ότι έσπασε το χέρι και έχασε όλους τους υπόλοιπους αγώνες. Τελευταία του παρουσία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 όπου έπαιξε σε τρία παιχνίδια πετυχαίνοντας δύο γκολ κόντρα στο Βέλγιο.
Στις 10 Ιουλίου του 1994 κόντρα στην Βουλγαρία στην Νέα Υόρκη ήταν και η 90η και τελευταία παρουσία του αφού οι Βαλκάνοιοι επικράτησαν με 2-1 και άφησαν την Γερμανία εκτός ημιτελικών. Με τα 47 τέρματα κατέχει μαζί με τον Γιούργκεν Κλίνσμαν την τέταρτη θέση στον πίνακα των σκόρερ όλων των εποχών.
Όταν ολοκλήρωσε την καριέρα του ανέλαβε απο το 1996 έως το 2000 το πόστο του αθλητικού διευθυντή στην Μπάγερ Λεβερκούζεν. Στις 2 Ιουλίου του 2000 θα αναλάβει την τεχνική ηγεσία της εθνικής Γερμανίας ως ένα μεταβατικό στάδιο ούτως ώστε να αναλάβει ο Κρίστοφ Ντάουμ όταν θα έληγε το συμβόλαιο του με την Μπάγερ Λεβερκούζεν.
Όμως όταν ο Ντάουμ παραδέχτηκε ότι κάνει χρήση κοκαΐνης τότε ο Φέλερ παρέμεινε, οδήγησε την χώρα του στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002 όπου και ηττήθηκε απο την Βραζιλία στην Γιοκοχάμα.
Η κακή πορεία στο EURO του 2004 αποτέλεσε και το "κύκνειο άσμα" του στον πάγκο της Εθνικής στις 24 Ιουνίου του 2004, μετά απο 53 αγώνες όπου είχε 29 νίκες, 11 ισοπαλίες και 13 ήττες. Μετά τον Μάριο Ζάγκαλο και τον Φράντς Μπεκενμπάουερ ήταν ο τρίτος που έπαιξε σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής
Θα έχει δύο σύντομα περάσματα απο τον πάγκο της Μπάγερ Λεβερκούζεν απο τον Οκτώβριο έως τον Νοέμβριο του 2000 και απο τον Σεπτέμβριο έως τον Οκτώβριο του 2005 όπου σε 121 ματς θα έχει 7 νίκες, 3 ισοπαλίες και 2 ήττες.
Τον Αύγουστο του 2004 θα αναλάβει την τεχνική ηγεσία της Ρόμα μετά την ξαφνική παραίτηση του Τσέζαρε Πραντέλι, όμως δεν θα μακροημερεύσει θα κάτσει ουσιαστικά μόνο ένα μήνα όπου σε 6 παιχνίδια είχε 1 νίκη, 1 ισοπαλία και 4 ήττες.
Μετά το δεύτερο πέρασμα του απο την Λεβερκούζεν ανέλαβε ξανά την θέση του αθλητικού διευθυντή στην Μπάγερ θέση που διατηρεί μέχρι και σήμερα με το συμβόλαιο του να επεκτείνεται μέχρι το 2022.
