www.goahits.blogspot.com

Διεθνές ποδόσφαιρο όπως δεν έχετε ξαναδιαβάσει!

22/1/24

Τζίτζι Ρίβα Ο "Κεραυνός" της Κάλιαρι


Αποτέλεσε την σημαία της Κάλιαρι για πάνω από μια δεκαετία με την οποία πανηγύρισε τον μοναδικό τίτλο πρωταθλήματος στην καριέρα του και για χάρη του το 2005 η ομάδα της Σαρδηνίας απέσυρε την φανέλα με το νούμερο 11. Επίσης είναι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής ομάδας και αποτελεί μία από τις εμβληματικότερες φυσιογνωμίες του "κάλτσιο", o Λουίτζι Ρίβα που γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1944 στην πόλη Λετζιούνο στις ακτές της λίμνης Ματζιόρε. 


Σε μικρή ηλικία έχασε τον πατέρα του και η μητέρα του αναγκάστηκε να τον στείλει εσώκλειστο σε θρησκευτικό οικοτροφείο. "Ήταν πολύ αυστηρά,  μας ανάγκαζαν να προσευχόμαστε και μόνο τότε μας έδιναν ψωμί για να φάμε. Μας εξευτέλιζαν γιατί είμασταν φτωχοί συνέχεια για αυτό και το έσκασα", είχε αναφέρει χαρακτηριστικά. 


Ξεκίνησε την καριέρα του στην Λαβένο Μομπέγιο και στην διετία 1960-1962 πέτυχε 66 γκολ κερδίζοντας το προσωνύμιο Ul furzelina(σ.σ. το πηρούνι). Θα ακολουθήσει η Λενιάνο πρώτα για την ομάδα νέων αλλά πολύ σύντομα θα βρει χρόνο στην πρώτη ομάδα  την οποία την περίοδο 1962-1963 την βοήθησε να ανέβει από την Serie C στην Serie B. 

Τον Μάρτιο του 1963 η Κάλιαρι βρισκόταν στο Λενιάνο και ο αντιπρόεδρος της ομάδας Αντρέα Αρίκα και ο κόουτς Αρτούρο Σιλβέστρι θα τον εντοπίσουν και θα κινηθούν γρήγορα για να τον αποκτήσουν προσφέροντας το ποσό των 37 εκατομμυρίων λιρετών.

Η συμφωνία έκλεισε στην ανάπαυλα του αγώνα νέων Ιταλίας-Ισπανίας στο στάδιο Φλαμίνιο της Ρώμης παρά την προσπάθεια του Ρενάτο Νταλάρα προέδρου της Μπολόνια να τον "κλέψει" προσφέροντας το ποσό των 50 εκατομμυρίων λιρετών.

Στον πρώτο του χρόνο θα πετύχει 8 γκολ και θα βοηθήσει την Κάλιαρι να ανέβει στην SERIE A, θα αναδειχθεί τρεις φορές πρώτος σκόρερ το 1967, το 1969 και το 1970, με την κορυφαία του στιγμή να μην είναι άλλη απο την κατάκτηση του Πρωταθλήματος την περίοδο 1969-1970.

Θα χάσει μέρος της επόμενης χρονιάς αφού κατά την διάρκεια ενός παιχνιδιού της εθνικής Ιταλίας κόντρα στην Αυστρία θα υποστεί κάταγμα στην περόνη της κνήμης στο δεξί του πόδι, ενώ το 1973 αρνήθηκε να μετακομίσει στο Τορίνο για χάρη της Γιουβέντους.

Τον Φεβρουάριο του 1976 σε παιχνίδι με την Μίλαν υπέστη ρήξη τένοντα στο δεξί του πόδι και παρά τις προσπάθειες του να επανέλθει, την σεζόν 1976-1977 δεν αγωνίστηκε καθόλου και έτσι στην ηλικία των 32 ετών το 1978 αναγκάστηκε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.

O "Rombo di Tuono(σ.σ. η βοή του κεραυνού"), παρατσούκλι που του έδωσε ο Ιταλός δημοσιογράφος Τζιάνι Μπρέρα  ύστερα απο μια εκπληκτική εμφάνιση κόντρα στην Ίντερ στο Μιλάνο, με τους "ροσομπλοϋ" είχε συνολικά 377 συμμετοχές και 208 γκολ, πρώτος σκόρερ όλων των εποχών για την ομάδας της Σαρδηνίας.

Μεγάλη καριέρα όμως έκανε και με την φανέλα των "ατζούρι" παρά τους συνεχόμενους τραυματισμούς που του στέρησαν την δυνατότητα να αγωνιστεί πολύ περισσότερο. Έκανε ντεμπούτο στις 27 Ιουνίου του 1965 στην Βουδαπέστη κόντρα στην Ουγγαρία σε φιλικό παιχνίδι.

Άν και ο αποκλεισμός του από την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1966 στην Αγγλία είχε προκαλέσει έκπληξη, δεν το έβαλε κάτω και μετά από δύο χρόνια κατέκτησε το Κύπελλο Εθνών του 1968 στην τελική φάση που διεξήχθη στην Ιταλία με την νίκη επί της Γιουγκοσλαβίας με 2-0 ανοίγοντας μάλιστα το σκορ.

Ήταν βασικό μέλος της "σκουάντρα ατζούρα" στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1970 στο Μεξικό αφού αγωνίστηκε σε όλα τα παιχνίδια συμπεριλαμβανομένου και του τελικού  απέναντι στην Βραζιλία.

Πέτυχε τρία γκολ δύο από αυτά απέναντι στο Μεξικό και ένα απέναντι στην Δυτική Γερμανία στο παιχνίδι του "αιώνα" όπως έχει χαρακτηριστεί μέσα από διάφορες ψηφοφορίες και γκάλοπ.

Στα γήπεδα της Δυτικής Γερμανίας το 1974 "έκλεισε" την καριέρα του στην εθνική ομάδα της χώρας του αγωνιζόμενος σε δύο παιχνίδια με Αϊτή και Αργεντινή, όπου απέναντι στην "αλμπισελέστε"  στις 19 Ιουνίου στην Στουτγκάρδη πραγματοποίησε την τελευταία του εμφάνιση.

Συνολικά είχε 42 συμμετοχές με 35 γκολ που τον κατατάσσει στην κορυφή της λίστας των σκόρερ όλων των εποχών. Μετά την ολοκλήρωση της καριέρας του άνοιξε σχολείο για ποδοσφαιριστές στην Σαρδηνία, ενώ υπηρέτησε απο διάφορα πόστα την Κάλιαρι, έχοντας ένα σύντομο πέρασμα απο την προεδρία της την περίοδο 1986-1987.

 Τον Νοέμβριο του 1987 ο Αντόνιο Ματαρέζε που μόλις είχε αναλάβει την προεδρία της ομοσπονδίας τον προσέλαβε για να αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο της Ομοσπονδίας με την εθνική ομάδα. Απο το 1990 έως το 2013 ήταν τιμ μάνατζερ και διευθυντής στην ιταλική ποδοσφαιρική ομοσπονδίας, ήταν μάλιστα μέλος του προπονητικού σταφ της Εθνικής ομάδας της Ιταλίας το 2006 όταν οι "μπλέ" κατέκτησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο που διεξήχθη στην Γερμανία.

Όντας ακόμη ποδοσφαιριστής τον Οκτώβριο του 1976 ίδρυσε το πρώτο ποδοσφαιρικό σχολείο στην Σαρδηνία. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αργεντινής το 1978 έκανε μαζί με τον Ενρίκε Αμέρι τις περιγραφές των αγώνων της εθνικής Ιταλίας, για λογαριασμό του ιταλικού δημόσιου ραδιοφώνου.

Στις 5 Ιανουαρίου του 2005 η Κάλιαρι με αφορμή το φιλικό παιχνίδι της "σκουάντρα ατζούρα" με την Ρωσία στο "Σαντ Ελία", απέσυρε την φανέλα με το νούμερο 11, ενώ τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης της πόλης.

Το  2011 εντάχθηκε στο ιταλικό Hall of Fame. τον Μάιο του 2015 απέκτησε την δική του τιμητική πλάκα στον Δρόμο της Δόξας του Ιταλικού Αθλητισμού στην Ρώμη και στις 18 Δεκεμβρίου του 2019 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος της Kάλιαρι.  

Στις 21 Ιανουαρίου του 2024 υπέστη καρδιακή προσβολή και εισήχθη στο νοσοκομείο Μπρότζου του Κάλιαρι όπου την επόμενη ημέρα άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 79 ετών 



Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...