"Ο καλύτερος προπονητής που ξέρω είναι ο Μενότι. Μπορεί εύκολα και γρήγορα να εξηγήσει τα δύσκολα και ποτέ δεν δυσκολεύει τα απλά. Δάσκαλος από τον Θεό, μας άφηνε να παίζουμε. Ποτέ δεν παραπονέθηκα που ο Μενότι με έκοψε από το Μουντιάλ του 1978, πρυτάνευσε το συμφέρον της ομάδας". Τάδε έφη Ντιέγκο Μαραντόνα για τον Λουίς Σέζαρ Μενότι
Άν και ο ίδιος έχει αναφέρει ότι γεννήθηκε στις 222 Οκτωβρίου, εντούτοις ο πατέρας του τον έχει καταχωρήσει στις 5 Νοεμβρίου του 1938 στο Ροζάριο, Η οικογένειά του ήταν ευκατάστατη και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από τοπικές ομάδες, ενώ ο ίδιος ήθελε να παίξει στην Βελέζ Σάρσφιλντ αλλά δεν πραγματοποιήθηκε αυτό του το όνειρο.
Παράλληλα με τις σπουδές τους ως χημικός τεχνικός o "El Flaco(σ.σ. ο κοκκαλιάρης)", το 1960 θα αγωνιστεί στην Ροζάριο Σεντράλ για τέσσερα χρόνια, έχοντας 86 συμμετοχές και 47 γκολ. Θα υπάρξει ένα πέρασμα απο την Ρασίγκ Κλάμπ, και το 1965 θα μετεγγραφεί στην Μπόκα Τζούνιορς με την οποία κατέκτησε το Πρωτάθλημα έχοντας 18 συμμετοχές και 6 γκολ.
Ακολούθησαν οι Νιού Γιόρκ Τζένεραλς στην Αμερική, η Σάντος με την οποία κατέκτησε το Πρωτάθλημα Παουλίστα το 1969 και ολοκλήρωσε την καριέρα του στην Ζουβεντούδε το 1970. Με την εθνική θα κάνει ντεμπούτο στις 15 Αυγούστου του 1962 στο Μπουένος Άιρες, κόντρα στην Ουρουγουάη για το Lipton Cup
Θα πάρει μέρος στο Πρωτάθλημα Νοτίου Αμερικής το 1963, και θα φορέσει 11 φορές την φανέλα της της Εθνικής Αργεντινής πετυχαίνοντας και δύο γκολ. Αμέσως μετά την απόσυρσή του από τους αγωνιστικούς χώρους ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα με την Νιούελς Όλντ Μπόις όπου σε 9 παιχνίδια είχε 2 νίκες, 1 ισοπαλία και 6 ήττες.
Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία ήρθε το 1973 όταν κατέκτησε με την Ουρακάν το Μετροπολιτάνο της ίδιας χρονιάς έχοντας συνολικά σε 172 παιχνίδια, 77 νίκες, 50 ισοπαλίες και 45 ήττες. Μετά την αποτυχία της εθνικής Αργεντινής στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Δυτικής Γερμανίας του 1974 η ομοσπονδία του πρότεινε την θέση του ομοσπονδιακού προπονητή.
Η ανάθεση της τελικής φάσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1978 στην Αργεντινή έκανε ακόμα πιο πιεστικά τα πράγματα για τον ίδιο από την στιγμή μάλιστα που το 1976 εγκαταστάθηκε στρατιωτικό καθεστώς όντας ο ίδιος δηλωμένος αριστερός. Ο στόχος του ήταν συγκεκριμένος να αναδειχθεί για πρώτη φορά Παγκόσμια Πρωταθλήτρια η "αλμπισελέστε".
Ξεκίνησε με δύο νίκες απέναντι σε Ουγγαρία και Γαλλία, όμως η ήττα από την Ιταλία τον άφησε στην δεύτερη θέση του ομίλου πίσω από τους "ατζούρι". Στην δεύτερη φάση των ομίλων επικράτησε της Πολωνίας, ήρθε ισόπαλη με την Βραζιλία, και στην τελευταία αγωνιστική ήθελε νίκη με τέσσερα γκολ διαφορά απέναντι στο Περού.
Τελικά χάρις σε δύο γκολ του Κέμπες, δύο του Λούκε, και από ένα του Ταραντίνι και του Χάουζμαν, επικράτησε με 6-0 σε ένα παιχνίδι που έχει μείνει γνωστό λόγω της ιστορίας με την υπόθεση δωροδοκίας του Ραμόν Κιρόγκα του τερματοφύλακα της "αλμπιρόχα" που ήταν αργεντίνικης καταγωγής.
Στις 25 Ιουνίου του 1978 στο "Μονουμεντάλ" του Μπουένος Αίρες οι οικοδεσπότες αντιμετώπισαν την Ολλανδία, και παρότι προηγήθηκε με τον Κέμπες, οι "οράνιε" κατάφεραν χάρις στο γκολ του Νανίνγκα να στείλουν το παιχνίδι στην παράταση.
Στον έξτρα χρόνο ένα γκολ του Κέμπες και ένα του Μπερτόνι έστειλαν τους 72.000 θεατές στα "ουράνια" και η Αργεντινή στέφθηκε για πρώτη φορά Παγκόσμια Πρωταθλήτρια. Η επιτυχία αυτή όπως ήταν φυσικό του έδωσε την δυνατότητα να ανανεώσει το συμβόλαιο του και να την οδηγήσει στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1982 στα γήπεδα της Ισπανίας.
Στην πρώτη φάση των ομίλων γνώρισε την ήττα από το Βέλγιο και κέρδισε την Ουγγαρία και το Έλ Σαλβαδόρ. Στην δεύτερη φάση των ομίλων όμως οι δύο ήττες από Βραζιλία και Ιταλία τον άφησαν εκτός συνέχειας της διοργάνωσης.
Συνολικά στην εθνική είχε σε 81 παιχνίδια, 43 νίκες, 20 ισοπαλίες και 18 ήττες, τρίτος στην σχετική λίστα πίσω όνο απο τον Γκιγιέρμο Στάμπιλε και τον Κάρλος Μπιλάρδο. Τον Μάρτιο του 1983 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Μπαρτσελόνα στην θέση του Ούντ Λάτεκ.
Στους "μπλαουγκράνα" όπου βρήκε και πάλι τον Ντιέγκο Μαραντόνα, κατέκτησε το Κύπελλο, το Copa de la liga και το Σούπερ Καπ Ισπανίας μέχρι και τον Ιούνιο του 1984, έχοντας σε 55 παιχνίδια, 31 νίκες, 8 ισοπαλίες και 16 ήττες.
Ακολούθησαν πολλές ακόμα συνεργασίες σε διάφορες χώρες όπως στην Ισπανία(Ατλέτικο Μαδρίτης), Ιταλία(Σαμπντόρια), Ουρουγουάη(Πενιαρόλ), Μεξικό(Πουέμπλα και Τέκος), την εθνική ομάδα του Μεξικού, αλλά και πολλές ομάδες εντός των συνόρων όπως τις Μπόκα Τζούνιορς, Ρίβερ Πλέιτ, Ιντεπεντιέντε και Ροζάριο Σεντράλ.
Η Ιντεπεντιέντε ήταν και ο τελευταίος του σταθμός σε διοικητικό πόστο μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2010 ως τεχνικός διευθυντής. Τον Μάρτιο του 2011 νοσηλεύτηκε σε μονάδα εντατικής θεραπείας του νοσοκομείου του Μπουένος Άιρες με λοίμωξη στους πνεύμονες.
Τον Φεβρουάριο του 2017 η Τσίβας Γκουανταλαχάρα του έκανε πρόταση να αναλάβει ως τεχνικός διευθυντής, ενώ στις 14 Ιανουαρίου του 2019 η ομοσπονδία ανακοίνωσε ότι απο τον Φεβρουάριο θα αναλάμβανε χρέη τεχνικού διευθυντή των εθνικών ομάδων.
Το 1986 εξέδωσε το βιβλίο με τον τίτλο "Ποδόσφαιρο χωρίς βρωμιές" δημιουργώντας μια νέα σχολή προπονητών τους λεγόμενους "μενοτίστας". Ο ίδιος θεωρούσε ότι το λεγόμενο "αριστερό" ποδοσφαίρου εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνεται η νίκη, επειδή ο ποδοσφαιριστής είναι ο προνομιούχος εκφραστής των ονείρων εκατομμυρίων φιλάθλων, τους οποίους καλείται ο ίδιος να κάνει καλύτερους.
Στις 5 Μαϊου του 2024 όπως ανακοίνωσε η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Αργεντινής ο Λουίς Σέζαρ Μενότι έφυγε απο την ζωή σε ηλικία 85 ετών. Το τελευταίο διάστημα υπέφερε απο αναιμία και είχε εισαχθεί απο τον Μάρτιο στο θεραπευτήριο Αγκότε για να υποβληθεί σε εγχείριση λόγω φλεβίτιδας.