Μαζί με τον Τζιανπιέρο Κόμπι και τον Φράντιτσεκ Πλανίτσκα ο Ρικάρντο Θαμόρα θεωρούνται οι κορυφαίοι προπολεμικοί τερματοφύλακες. Ο Θαμόρα διακρινόταν για την αθλητικότητα του, τα πολύ καλα αντανακλαστικά του, "γέμιζε" το τέρμα, ενώ είναι χαρακτηριστική η τραγιάσκα που φορούσε για να προστατεύεται απο τον ήλιο και τους αντιπάλους του, όπως και το λευκό πουλόβερ με γυριστό γιακά που αργότερα πολλοί σύγχρονοι του τον κόπιαραν.
Γεννήθηκε στις 21 Ιανουαρίου του 1901 στην Βαρκελώνη και απο πολύ μικρός ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο πρώτα στην Universitari SC και στην συνέχεια το 1916 στην Εσπανιόλ. Το 1919 ύστερα απο έντονη πίεση της οικογένειάς του να ολοκληρώσει τος σπουδές του στην ιατρική, αποφασίζει να απέχει απο το ποδόσφαιρο.
Όμως το "μικρόβιο" δεν φεύγει τόσο εύκολα αφού συνεχίζει να παίζει με την παρέα του ποδόσφαιρο όταν άτομα απο το διοικητικό συμβούλιο της Μπαρτσελόνα θα τον προσεγγίσουν για να τον εντάξουν στους "μπλαουγκράνα".
Δεν θα δυσκολευτούν να τον πείσουν, ο Θαμόρα θα έρθει σε κόντρα με την πρώην του ομάδα και έτσι το 1919 θα γίνει παίκτης της Μπαρτσελόνα με την οποία θα κατακτήσει δύο Κύπελλα το 1920 και το 1922.
Ύστερα απο 38 παρουσίες κάτω απο την εστία, το 1922 θα ζητήσει απο την διοίκηση της Mπαρτσελόνα αύξηση στον μισθό του που όπως έλεγε του την είχαν υποσχεθεί στα λόγια, όμως αυτή δεν έγινε αποδεκτή και επέστρεψε στην Εσπανιόλ.
Θα παραμείνει εκεί για οκτώ χρόνια κατακτώντας το Κύπελλο Ισπανίας το 1929 και ένα χρόνο αργότερα η διοίκηση της Madrid Football Club(νυν Ρεάλ Μαδρίτης) θα προσφέρει το αστρονομικό ποσό για την εποχή των 100.000 πεσετών για να τον φέρει στην πρωτεύουσα.
Ακόμα και ο ίδιος ο πρόεδρος της Εσπανιόλ δεν πίστευε ότι θα υπήρχε ομάδα που θα μπορούσε να προσφέρει ένα τέτοιο ποσό. Στους "μπλάνκος" θα παίξει έξι χρόνια μέχρι το 1936 και θα κατακτήσει 2 Πρωταθλήματα το 1932 και το 1933 και 2 Κύπελλα το 1934 και το 1936.
Με την έναρξη του ισπανικού εμφυλίου θα διαδοθεί ψευδώς ότι οι Δημοκρατικοί τον σκότωσαν τον Θαμόρα, με τις φήμες να εξαπλώνονται ραγδαίως. Τελικά αποδείχθηκε το ψευδές του πράγματος, όταν οι Δημοκρατικοί τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στην φυλακή Μοδέλο.
Χάρις όμως στις ενέργειες του διοικητή της φυλακής Μελχόρ Ροντρίγκες Γκαρσία αλλά και την μεσολάβηση της αργεντίνικης πρεσβείας θα αφεθεί ελεύθερος και θα εξοριστεί στην Γαλλία όπου θα βρει καταφύγιο στην Νίκαια όπου μαζί με τον Γιόσιπ Σαμιτιέρ θα αγωνιστεί στην Νις μέχρι το 1938.
Άνηκε στην πρώτη εθνική ομάδα που δημιουργήθηκε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας το 1920 κάνοντας ντεμπούτο στις 28 Αυγούστου στις Βρυξέλλες κόντρα στην Δανία, οπού κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο ύστερα απο αγώνα κόντρα στην Ολλανδία.
Θα πάρει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το 1924 και θα είναι παρών στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας το 1934 όπου στον πρώτο γύρο στην Γένοβα θα αποκλείσουν την Βραζιλία, στον επόμενο θα αποκλειστούν απο την οικοδέσποινα στην Φλωρεντία, σε δεύτερο παιχνίδι αφού το πρώτο είχε λήξει ισόπαλο 1-1.
Δεύτερο παιχνίδι στο οποίο ο Θαμόρα ήταν απών λόγω της εξάντλησης αφού το πρώτο παιχνίδι είχε διεξαχθεί μια ημέρα πριν. Η τελευταία και 46η του παρουσία θα είναι σε φιλικό παιχνίδι στην Βαρκελώνη κόντρα στην Γερμανία.
Την τελευταία του σεζόν στην Γαλλία θα αναλάβει και χρέη προπονητή, και το 1939 που θα επιστρέψει στην Ισπανία θα αναλάβει την ηγεσία της Ατλέτικο Αβιασιόν(νυν Ατλέτικο Μαδρίτης), για εφτά χρόνια μέχρι το 1946 και με την οποία θα κατακτήσει 2 Πρωταθλήματα το 1940 και το 1941.
Θα ακολουθήσει η Θέλτα απο το 1946 έως το 1949 όταν και θα την οδηγήσει στον τελικό του Κυπέλλου το 1948, η Μάλαγα, η εθνική Ισπανίας το 1951-1952, η βενεζουελανή Λα Σάλε το 1953, η Θέλτα σε δεύτερο πέρασμα, η Εσπανιόλ την διετία 1955-1957, για τρίτη φορά η Θέλτα το 1960 και θα κλείσει την παρουσία του στους πάγκους με την Εσπανιόλ το 1961.
Ήταν απο τους πρώτους ποδοσφαιριστές που του άρεσε η δημοσιότητα και πάντοτε έδινε ¨"τρoφή" στον τύπο για να ασχολείται μαζί του. Πρωταγωνίστησε και σε δύο ταινίες στον κινηματογράφο, ενώ του άρεσε να πίνει κονιάκ και να καπνίζει τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα.
Κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 1920 στην Αμβέρσα αποβλήθηκε κόντρα στην Ιταλία γιατί έριξε μπουνιά σε αντίπαλο, ενώ κατά την επιστροφή του συνελήφθη, φυλακίστηκε και του υπεβλήθη πρόστιμο διότι εισήγαγε λαθραία πούρα Αβάνας.
Το 1922 έμεινε εκτός δράσης για ένα χρόνο μιάς και δεν δήλωσε στην εφορία το ποσό της υπογραφής που έλαβε όταν επέστρεψε στην Εσπανιόλ. Όταν έκανε την μετεγγραφή απο την Εσπανιόλ στην Ρεάλ απο τις 150.000 πεσέτες που έδωσαν οι Μαδριλένοι στην ομάδα της Βαρκελώνης αυτός απέσπασε τις 40.000
Άν και Καταλανός που αγωνιζόταν συχνά στην εθνική Καταλωνίας δεν συμμεριζόταν τις απόψεις για την δημιουργία ενός αυτόνομου κράτους, γενικότερα δεν είχε σταθερή πολιτική θέση. Το 1934 του απονεμήθηκε μεταλλιο απο τον τότε πρωθυπουργό Νισέτο Αλκαλά-Ζαμόρα, κατά την διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου έπαιξε σε αγώνα που διοργάνωσαν οι Ισπανοί εθνικιστές ενώ την δεκαετία του '50 τιμήθηκε απο το καθεστώς Φράνκο με τον Μεγάλο Σταυρό του Τάγματος των Σισνέρος.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο "El Divino" ήταν υπάλληλος της Εσπανιόλ μέχρι και τον θάνατό του στις 8 Σεπτεμβρίου του 1978 σε ηλικία 77 ετών. Το 1958 η Marca σε συνεργασία με την Ομοσπονδία καθιέρωσαν το βραβείο για τον καλύτερο τερματοφύλακα του Πρωταθλήματος με το όνομα του, το 1999 η Διεθνής Εταιρία Στατιστικής του Ποδοσφαίρου τον εξέλεξε ως τον καλύτερο Ισπανό τερματοφύλακα όλων των εποχών.
Στην ίδια ψηφοφορία κατέλαβε την τέταρτη θέση στην Ευρώπη και την πέμπτη συνολικά. Την ίδια χρονιά το περιοδικό World Soccer τον συμπεριέλαβε στους καλύτερους ποδοσφαιριστές του 20ου αιώνα.
Το 2012 εισήχθη στο Hall of Fame της FIFA, ο δεύτερος τερματοφύλακας που έχει αυτή την διάκριση μετά τον Λεβ Γιασίν. Στην περιοχή Σαρία της Βαρκελώνης πολύ κοντά στο παλιό στάδιο Σαρία ένα ολόκληρο τετράγωνο έχει πάρει το όνομά του, ενώ μετά θάνατον του απονεμήθη το χρυσό μετάλλιο για την αθλητική αξία